Τα τελευταία χρόνια, το ελληνικό γιαούρτι έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του ψυγείου. Πυκνότερο, πιο κρεμώδες και πιο πλούσιο από το απλό, καλύπτει όλα τα κριτήρια ενός «υγιεινού σνακ»: χορταστικό, πρωτεϊνούχο και απολαυστικό. Έτσι, γνωστές εταιρείες και σούπερ μάρκετ έχουν κατακλύσει την αγορά με «αυθεντικές» μεσογειακές συνταγές.
Ωστόσο, σύμφωνα με το UFC-Que Choisir, δεν αξίζουν όλα αυτά τα προϊόντα τον premium χαρακτήρα τους. Κάποια είναι υπερτιμημένα, κάποια έχουν αμφίβολη προέλευση, και άλλα έχουν σύνθεση που δεν θυμίζει πια σε τίποτα το ελληνικό γιαούρτι.
Η ανάλυση της καταναλωτικής οργάνωσης αποκαλύπτει μεγάλες διαφορές στην τιμή και στη σύσταση. Ορισμένα «ελληνικού τύπου» γιαούρτια μπορεί να έχουν έως και 60% διαφορά στην τιμή ανά κιλό, παρότι παράγονται στο εξωτερικό, με μη γαλλικό γάλα ή με πολύ χαμηλά λιπαρά. Με λίγα λόγια: το ακριβότερο δεν είναι πάντα και το καλύτερο. Άλλα προϊόντα, συχνά απλούστερα και με τοπικό γάλα, προσφέρουν καλύτερη σχέση ποιότητας-τιμής, πιο πλούσια υφή και ξεκάθαρη ένδειξη προέλευσης γάλακτος.

freepick
Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ UFC-QUE CHOISIR
Αν θέλετε καλό ελληνικό γιαούρτι χωρίς να ξοδέψετε πολλά, οι μάρκες των σούπερ μάρκετ (Intermarché, Leclerc, Carrefour, Lidl κ.λπ.) αποτελούν εξαιρετική επιλογή: προϊόντα κάτω από 2€/κιλό, φτιαγμένα με γαλλικό γάλα.
Για πιο υπεύθυνη επιλογή, προτιμήστε τις μεγάλες βιολογικές συσκευασίες (έως 1 κιλό), που πωλούνται περίπου 6€/κιλό: λιγότερη συσκευασία, πιο κρεμώδης υφή και συχνά πραγματικός σεβασμός στην αυθεντική συνταγή.
Και αν σας αρέσει να το προσαρμόζετε στα γούστα σας, η πιο έξυπνη λύση παραμένει το σπιτικό: απλό γιαούρτι που το «δένουμε» με μια κουταλιά πλήρη κρέμα. Το αποτέλεσμα; Γεύση, υφή και πρωτεΐνη, με απόλυτη διαφάνεια.