Το «σύνδρομο του επιζώντος»: Όταν οι συνάδελφοί σου φεύγουν, εσύ μένεις πίσω και πώς να το παλέψεις

Το «σύνδρομο του επιζώντος»: Όταν οι συνάδελφοί σου φεύγουν, εσύ μένεις πίσω και πώς να το παλέψεις
Photo by Resume Genius on Unsplash
Μια δύσκολη καμπή στην εργασιακή σου πορεία

Σου έχει τύχει να βρεθείς σε κάποια δουλειά που ξαφνικά (ή όχι και τόσο ξαφνικά) οι συνάδελφοί σου αρχίζουν να φεύγουν ο ένας μετά τον άλλον και εσύ νιώθεις παράξενα που μένεις πίσω γιατί σου φυτεύεται η αμφιβολία ότι κάτι κάνεις λάθος;

Αυτό συμβαίνει στην εργασιακή μας πορεία όταν βρεθούμε σε μια επιχείρηση που είτε αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα που επιδεινώνονται είτε δεν έχει σωστή οργάνωση με αποτέλεσμα όταν διογκωθεί η ασυνεννοησία στις ομα΄δες, τα μέλη της ένα ένα φεύγουν τρέχοντας να σωθούν.

Τι γίνεται όμως όταν εσύ είσαι ακόμα εδώ αλλά σχεδόν όλα τα υπόλοιπα έχουν αλλάξει; Όταν δεν θέλεις να φύγεις από τη μία αλλά από την άλλη δεν μπορεί παρά να μην ανησυχείς για όσα βλέπεις να γίνονται γύρω σου;

Ενώ οι περισσότερες συζητήσεις γύρω από την εργασία επικεντρώνονται στο πώς να φύγει κανείς από μια δουλειά, πολύ λιγότερη προσοχή δίνεται σε όσους παραμένουν. Κι όμως, η μακροχρόνια παραμονή, ειδικά σε περιβάλλοντα με υψηλή κινητικότητα, έχει πραγματικές ψυχολογικές επιπτώσεις. Κάποιες είναι διακριτικές. Άλλες συσσωρεύονται. Και ελάχιστες αναγνωρίζονται.

Όταν η αφοσίωση γίνεται αόρατη

Οι περισσότερες εταιρείες εκφράζουν δημόσια την εκτίμησή τους για τη μακρόχρονη προσφορά.Αλλά στην καθημερινότητα, οι μακροχρόνιοι εργαζόμενοι συχνά νιώθουν πως περνούν στο περιθώριο. Οι νεοεισερχόμενοι καλωσορίζονται με ενθουσιασμό. Οι αποχωρούντες τιμώνται. Αυτοί που μένουν; Απλώς αναμένεται να συνεχίσουν.

Με τον καιρό, αυτή η έλλειψη αναγνώρισης μπορεί να σε κάνει να αισθανθείς παραμελημένος, ίσως και μη εκτιμημένος. Είναι εύκολο να εσωτερικεύσεις την ιδέα ότι η αφοσίωση θεωρείται δεδομένη, όχι πολύτιμη. Ο ψυχολόγος Ντόναλντ Γουίνικοτ περιέγραψε κάποτε τον «ψευδή εαυτό» — μια προστατευτική εκδοχή του εαυτού που παρουσιάζουμε για να αντεπεξέλθουμε στις εξωτερικές προσδοκίες. Πολλοί εργαζόμενοι με μακροχρόνια παρουσία υιοθετούν μια αντίστοιχη εκδοχή στον χώρο εργασίας: αξιόπιστοι, ήσυχοι, ανθεκτικοί, ενώ ταυτόχρονα κουβαλούν σιωπηλά αισθήματα απώλειας ή ασυμφωνίας που δεν νιώθουν ασφαλές να εκφράσουν.

Το σιωπηλό πένθος της αποχώρησης

Η αποχώρηση κάθε συναδέλφου αναδιαμορφώνει το εργασιακό περιβάλλον. Η εμπιστοσύνη πρέπει να ξαναχτιστεί, οι ρόλοι να επαναπροσδιοριστούν, οι σχέσεις να επαναρρυθμιστούν. Όμως αυτές οι συναισθηματικές προσαρμογές σπάνια αναγνωρίζονται. Κάποιος φεύγει και η δουλειά συνεχίζεται. Το άτομο που μένει αναμένεται να προσαρμοστεί, ξανά και ξανά.

Αυτή η εμπειρία μοιάζει με αυτό που η ψυχολόγος Πολίν Μπος αποκάλεσε «αμφίσημη απώλεια», ένα είδος πένθους χωρίς κάθαρση. Στον χώρο εργασίας, αυτό το πένθος μπορεί να μην προέρχεται από ένα μεμονωμένο δραματικό γεγονός, αλλά από ένα μοτίβο αργών, επαναλαμβανόμενων απουσιών. Το αποτέλεσμα είναι μια μορφή συναισθηματικής κόπωσης. Το άτομο που μένει δεν κάνει απλώς περισσότερη δουλειά, κρατά ενωμένο ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο συναισθηματικό τοπίο, χωρίς να του αναγνωρίζεται πως αυτό αποτελεί επίσης μορφή εργασίας.

Οι οργανισμοί εξελίσσονται. Οι στρατηγικές αλλάζουν, νέα εργαλεία εισάγονται, οι φιλοσοφίες ηγεσίας μετασχηματίζονται. Με τον καιρό, αυτές οι αλλαγές μπορούν να οδηγήσουν σε κάτι βαθύτερο: μια κουλτούρα που δεν σου είναι πλέον οικεία.

Αυτό μπορεί να δημιουργήσει κάτι που ο ψυχολόγος Έρικ Έρικσον περιέγραψε ως «σύγκρουση ταυτότητας». Χτίζουμε ένα μέρος της ταυτότητάς μας γύρω από την εργασία μας — ποιοι είμαστε στον χώρο αυτόν, σε τι είμαστε καλοί και πώς σχετιζόμαστε με τους άλλους. Αλλά όταν ο οργανισμός αλλάζει πιο γρήγορα από εμάς, αρχίζουμε να νιώθουμε εκτός ρυθμού ή ακόμα και ξεπερασμένοι.

Για πολλούς μακροχρόνιους εργαζόμενους, αυτό δεν εκδηλώνεται ως άμεση δυσαρέσκεια. Περισσότερο είναι ένα ήσυχο ερώτημα: Είναι αυτό ακόμα το κατάλληλο μέρος για μένα; Αναγνωρίζω ακόμα τον εαυτό μου μέσα στη δουλειά;

Ενοχές επιζώντων, χωρίς την κρίση

Υπάρχει ένας ψυχολογικός όρος, το «σύνδρομο του επιζώντος», που περιγράφει την εμπειρία εκείνων που παραμένουν μετά από απολύσεις ή μεγάλες αναδιοργανώσεις. Αλλά ακόμη και σε φυσιολογικές αποχωρήσεις, μπορούν να προκύψουν παρόμοια συναισθήματα. Βλέποντας συναδέλφους να προχωρούν και να ευδοκιμούν αλλού, μπορεί να νιώσεις μια λεπτή αίσθηση λύπης ή αμφιβολίας: Μήπως έχασα τη στιγμή να φύγω; Είμαι ακόμα εδώ επειδή το επέλεξα ή επειδή απλώς δεν πήρα καμία απόφαση;

Αυτά είναι δύσκολα ερωτήματα όταν ήδη κουβαλάς περισσότερες ευθύνες, περισσότερη ιστορική γνώση και λιγότερους συναδέλφους που να μοιράζονται την ίδια μνήμη του οργανισμού. Ίσως να αρχίσεις να νιώθεις ότι η παρουσία σου θεωρείται δεδομένη, παρόλο που εσύ κρατάς εν ζωή συστήματα που κανείς άλλος δεν θυμάται πώς λειτουργούν. Είναι μια μορφή εξάντλησης από τον ρόλο που σε φθείρει σιγά-σιγά, χωρίς ένα ξεκάθαρο σημείο ρήξης. Τι κάνεις τότε;

Επαναδιεκδικώντας τον σκοπό και την επιλογή

Η παραμονή σου σε μια δουλειά όπου υπάρχουν μαζικές αποχωρήσεις δεν χρειάζεται να είναι μια παθητική πράξη. Αλλά γίνεται, όταν σταματάμε να αναλογιζόμαστε γιατί μένουμε και τι χρειαζόμαστε για να νιώθουμε ενέργεια στη δουλειά.

Ίσως ήρθε η ώρα να επαναπροσδιορίσεις τον ρόλο σου, να προτείνεις μια νέα πρωτοβουλία, να καθοδηγήσεις νεότερους συναδέλφους ή να αλλάξεις τον τρόπο εργασίας σου. Η μακροχρόνια παρουσία σου προσφέρει μια μοναδική προοπτική, ιστορική γνώση, αναγνώριση προτύπων, αξιοπιστία. Αλλά για να έχει νόημα αυτή η εμπειρία, πρέπει να διαμορφωθεί, όχι απλώς να συσσωρευτεί.

Κάποιες φορές βέβαια, παρά τις προσπάθειές σου, η παραμονή παύει να είναι σωστή. Ο ρόλος έχει γίνει υπερβολικά περιορισμένος. Το ψυχολογικό συμβόλαιο — αυτό που νόμιζες ότι έδινες και αυτό που περίμενες να λάβεις — φαίνεται να έχει σπάσει.

Σε εκείνο το σημείο, το να φύγεις και εσύ δεν αφορά τη διαφυγή αλλά την ευθυγράμμιση. Το να προχωρήσεις παρακάτω δεν αναιρεί όσα έχεις προσφέρει. Απλώς αναγνωρίζει ότι η εργασία, όπως και οι άνθρωποι, εξελίσσεται και ότι η αλλαγή μπορεί μερικές φορές να είναι η πιο ειλικρινής απάντηση.

Η απόφαση να μείνεις δεν πρέπει ποτέ να είναι απόρροια της απουσίας απόφασης. Η μακροχρόνια παραμονή σε μια δουλειά μπορεί να είναι επίτευγμα, αλλά θα πρέπει επίσης να είναι επιλογή, μια επιλογή που γίνεται με επίγνωση, αυτοσεβασμό και ψυχολογική διαύγεια. Όταν συμβαίνει αυτό, η παραμονή δεν είναι ζήτημα συνήθειας, αλλά πράξη πρόθεσης.

Τελευταία τροποποίηση στις 05.07.2025 - 09:45