Μέχρι πριν λίγα χρόνια, το one night stand ήταν απλώς μια «πικάντικη» ιστορία να πεις στους φίλους σου. Σήμερα όμως, για τη Gen Z (δηλαδή όσους γεννήθηκαν περίπου από τα μέσα των 90s μέχρι τις αρχές των 2010s), το περιστασιακό σεξ δεν είναι ούτε ταμπού ούτε είδηση, αλλά σχεδόν καθημερινότητα. Κι αυτό δε σημαίνει απαραίτητα επιπολαιότητα. Αντιθέτως, δείχνει αλλαγή κουλτούρας, σχέσης με το σώμα και προσδοκιών στις ανθρώπινες σχέσεις.
Tinder, consent και σαρκικά vibes
Σε μια εποχή που οι ερωτικές εφαρμογές σε φέρνουν πιο κοντά στον άλλον απ’ ό,τι ο γείτονάς σου, το σενάριο του one night stand δεν είναι τόσο «παράλογο» όσο κάποτε. Ένα swipe, ένα match, μια καλή βραδιά και voilà. Η γενιά αυτή είναι μεγαλωμένη με όρους όπως συναίνεση, ασφάλεια, αυτοδιάθεση και έχει σαφώς λιγότερες ενοχές από τους προηγούμενους όταν πρόκειται για τη σεξουαλική τους έκφραση.
Είναι όμως μόνο «σεξ»;
Ναι και όχι. Για πολλούς Gen Zers, το περιστασιακό σεξ είναι απελευθερωτικό. Είναι το «δοκιμάζω, χωρίς να δένομαι». Αλλά από την άλλη, σε έναν κόσμο με συνεχείς εναλλαγές, οικονομική πίεση και ψυχολογική αστάθεια, η ιδέα του να «συνδεθείς» για λίγο με κάποιον -έστω και σωματικά- έχει και μια υπαρξιακή διάσταση. Ίσως και κάτι από μοναξιά.

Unsplash
Άλλο επαφή, άλλο σχέση
Το one night stand δεν είναι απαραίτητα το πρώτο κεφάλαιο μιας σχέσης. Και η Gen Z το ξέρει καλά αυτό. Επενδύει περισσότερο σε φιλίες, δουλειές, εμπειρίες και λιγότερο σε «κλασικές» ρομαντικές αφηγήσεις. Το σεξ λειτουργεί ως ανάγκη, έκφραση, αλλά και... ανάσα. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχουν συναισθήματα. Υπάρχει όμως και μια ψυχραιμία όταν αυτά δεν προκύπτουν.
Και η ψυχολογία;
Η αλήθεια είναι ότι δεν ταιριάζει το περιστασιακό σεξ σε όλους. Κάποιοι νιώθουν ωραία, ελεύθεροι και σίγουροι για τις επιλογές τους. Άλλοι μετά από κάθε one night stand νιώθουν πιο μόνοι από πριν. Κι αυτό είναι ΟΚ. Το σημαντικό είναι να ξέρεις γιατί το κάνεις και τι περιμένεις. Αν είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου και το άλλο πρόσωπο, τότε ίσως αυτή η «μόδα» δεν είναι τόσο ρηχή όσο την παρουσιάζουν.