Τα highlights του ταξιδιού της στις μικρές Κυκλάδες καταγράφει για άλλη μια βδομάδα η Ευλαμπία Ρέβη για λογαριασμό του Women Only. Το Όπου υπάρχει Ελλάδα ταξίδεψε σε Πάρο, Νάξο, Σχοινούσα, Δονούσα και Ηρακλειά και η δημοσιογράφος μαζί με τον συμπαρουσιαστή της, Γιώργο Κουρδή έζησε από κοντά τον παλμό της ζωής στα νησιά αυτά. Το ταξίδι τους βέβαια συνοδεύτηκε και από δύσκολες στιγμές όπως η είδηση της απώλειας της δημοσιογράφου Ηρώς Καριοφύλλη. Ιδού το ημερολόγιο της Ευλαμπίας Ρέβη:
«Όπου και αν έχουμε ταξιδέψει χτυπά η καρδιά της Ελλάδας, αλλά εκεί… στις μικρές κουκίδες του Αιγαίου, όπου ο χρόνος κυλά αλλιώς, και οι άνθρωποι έχουν ακόμα το βλέμμα καθαρό και σε καλωσορίζουν με ένα ζεστό χαμόγελο ίσως αυτοί οι χτύποι εθνικής υπερηφάνειας να ακούγονται ακόμα πιο δυνατά. Την Δευτέρα που μας πέρασε, λοιπόν, στήσαμε το στούντιό μας στη Σχοινούσα και από εκεί ταξιδέψαμε τους τηλεθεατές μας και στη Δονούσα και στην Ηρακλειά. Τρία διαφορετικά νησιά, τρεις κόσμοι, μία ψυχή.
Στη Σχοινούσα, το νησί με τους 200 μόνιμους κατοίκους αναρωτηθήκαμε εάν τελικά ο άνθρωπος θέλει πολλά για να ζει ή αν γεμίζει το είναι του με το γαλάζιο του ουρανού και της θάλασσας και το λευκό των σπιτιών που μοιάζουν σαν καρτ ποστάλ. Η απάντηση μας δόθηκε από τους νησιώτες μας: "Το να ζεις σε έναν τέτοιο Παράδεισο μοιάζει μαγεία και είναι, αλλά είναι και δύσκολο. Οι Παράδεισοι δεν έχουν ίσες ευκαιρίες, όμως ζούμε εδώ από επιλογή και το παλεύουμε".
Και πράγματι η ζωή στο νησί αυτό κυλά με άλλους ρυθμούς, αλλά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι είναι πολλά: λειψυδρία, έλλειψη μόνιμου γιατρού και ένα νέο λιμάνι στο Λιβάδι που κατασκευάζεται από το 2005, αλλά ακόμη περιμένουν τη νέα άδεια περιβαλλοντικών έργων.
Δυστυχώς, αυτά τα προβλήματα τα αντιμετωπίζουν και άλλα μικρά νησιά μας, αλλά ας μείνουμε σε αυτή την απαράμιλλη ομορφιά των Μικρών Κυκλάδων. Η Δονούσα μάς επιφύλασσε εκπλήξεις. Στο παρελθόν, 90 καρτ ποστάλ που δεν παραδόθηκαν ποτέ έγιναν η αφορμή για ένα θεατρικό δρώμενο με τίτλο «Θα τα πούμε σύντομα». Σαν μηνύματα που περίμεναν δεκαετίες για να ειπωθούν. Εκεί κοντά, η παραλία του Κέδρου, με τα διάφανα νερά και την απλότητα, που μπήκε στις λίστες του Forbes, χωρίς ποτέ να χάσει την αυθεντικότητά της.
Στην Ηρακλειά, με καΐκι ανακαλύψαμε και άλλες μαγευτικές παραλίες, αλλά προβληματιστήκαμε πολύ γιατί και εδώ δίνεται μάχη με την εγκατάλειψη των νέων από το νησί που αναζητούν τα αυτονόητα. Το επεισόδιο έκλεισε με τη ζωντανή μουσική του Νίκου Οικονομίδη στο βιολί και της Κυριακής Σπανού στο τραγούδι. Και φυσικά δεν θα μπορούσαμε παρά να κλείσουμε με το τραγούδι «Το Γλέντι» που χρειάστηκαν 20 χρόνια για να γνωρίσει αυτή την τεράστια απήχηση που έχει σήμερα. Και έτσι είναι κάποια πράγματα χρειάζονται χρόνο για να ωριμάσουν. Το λέει και ο στίχος, άλλωστε… "Μάτια μου κι εγώ για σένα έχω έρωτα που άλλο δεν αντέχω". Και οι Μικρές Κυκλάδες είναι σίγουρα "Έρωτας".
Την επόμενη ημέρα κινήσαμε για Νάξο, με βαριά καρδιά και λίγα λόγια γιατί όλοι μας ήμασταν συγκλονισμένοι από την είδηση της απώλειας της Ηρούς Καριοφύλλη, που έφυγε ανήμερα της γιορτής της στα 53 της χρόνια. Μαζί στο πεζοδρόμιο κυνηγώντας το αποκλειστικό στο αστυνομικό ρεπορτάζ, μαζί στο ίδιο γραφείο με τον Γιώργο, μαζί στο πεδίο και με τους τρεις οπερατέρ μας Νίκο Μανδηλά, Γιάννη Φλώρο και Βασίλη Βαφείδη. Αμέτρητες στιγμές και αμέτρητα γιατί. Έμοιαζε πάντα τόσο δυνατή, σαν να είχε γεννηθεί για να αντέχει θύελλες και να περνά μέσα από καταιγίδες χωρίς να λυγίζει. Και πράγματι, όταν ο καρκίνος στάθηκε στον δρόμο της, δεν έσκυψε το κεφάλι. Πάλεψε. Όχι αθόρυβα, αλλά με το βλέμμα σταθερό, με αξιοπρέπεια και δύναμη που ξεπερνούσε τα ανθρώπινα όρια.
Αυτή της η μάχη ήταν ένα μάθημα ζωής για όλους μας. Μας δίδαξε τι σημαίνει να στέκεσαι όρθιος όταν όλα γύρω σου θέλουν να πέσεις, τι σημαίνει να χαμογελάς, ακόμη κι όταν ο πόνος είναι δυσβάσταχτος, πώς να κρατάς την ελπίδα ζωντανή, ακόμη και στις πιο σκοτεινές ώρες και πώς να κάνεις αυτό που αγαπάς μέχρι τέλους, γιατί η δημοσιογραφία είναι το μεράκι και το πάθος σου. Η Ηρώ δεν νικήθηκε. Έφυγε με το κεφάλι ψηλά και έφυγε όπως έζησε: δυνατή, υπερήφανη, με μια σπάνια φλόγα στα μάτια που δεν έσβησε ποτέ. Και για εμάς, τα κατάφερε. Μας άφησε πίσω μια κληρονομιά από θάρρος, πίστη και ανεξάντλητη αγάπη για τη ζωή. Ήταν, και θα είναι για πάντα, πρότυπο δύναμης. Ένα φως που δεν σβήνει.
Έτσι, με τον θρυλικό Σκοπελίτη φτάσαμε στη Νάξο και στήσαμε το στούντιό μας στην Αγία Άννα και φυσικά όπως κάθε επαγγελματίας κάναμε τη δουλειά μας αποχαιρετώντας έναν άνθρωπο της στενής δημοσιογραφικής μας οικογένειας στο κλείσιμο της εκπομπής. Ο Ιούλιος, λοιπόν, μας βρήκε στη Νάξο, ένα νησί που σε καλεί να το ζήσεις με όλες σου τις αισθήσεις. Από τις δαντελωτές ακτές της και τους αρχαίους Κούρους, μέχρι τα αρώματα της πατάτας και της γραβιέρας, εκείνο που μένει είναι τα χαμόγελα των ανθρώπων που παλεύουν καθημερινά για να κρατήσουν ζωντανό τον τόπο τους.
Η Νάξος είναι ένα σταυροδρόμι ιστορίας, τέχνης και παράδοσης, και η ζωή εδώ δεν είναι απλώς όμορφη, είναι αυθεντική. Μιλήσαμε με ανθρώπους που επιστρέφουν στον τόπο τους για να δημιουργήσουν, με παραγωγούς που παλεύουν με τη λειψυδρία και την αδικία, με καλλιτέχνες που σμιλεύουν τη μνήμη και νέους που συνδυάζουν τη γνώση, τον αθλητισμό και την παράδοση με τρόπο συγκινητικό.
Μαζί με τον Δημήτρη Καπούνη, τον Πρόεδρο της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Νάξου μιλήσαμε για τις καταγγελίες που είχε κάνει στο παρελθόν πως άτομα από την υπόλοιπη Ελλάδα δηλώνουν ψευδώς ότι διαθέτουν αγροτικά στρέμματα στη Νάξο, με σκοπό να λαμβάνουν επιδοτήσεις στερώντας έτσι χρήματα από Ναξιώτες παραγωγούς. Είναι και αυτό ένα μέρος του περίφημου σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ που όπως μας αποκάλυψε μέχρι και σήμερα η δράση των επιτήδειων συνεχίζεται.
Και εκεί στη Νάξο μιλήσαμε πολύ για μία Ελλάδα που αντιστέκεται κόντρα στη φθορά και μία Ελλάδα που κοιτά μπροστά, παρά τις οσμές δυσωδίας. Γιατί έτσι είναι, όσο και αν κάποιοι «πονηροί» που στο παίζουν έξυπνοι, αλλά στο τέλος… πιάνονται από τη μύτη, προσπαθούν να την πάνε πίσω τη χώρα. Η Ελλάδα εκεί έξω δουλεύει, αγωνίζεται και προσπαθεί. Γιατί εκεί που υπάρχει Ελλάδα, υπάρχει φως. Και στη Νάξο, αυτό το φως δεν σβήνει ποτέ, όπως μας υπενθύμισε η μαγευτική Πορτάρα κάτω από την οποία βγήκαμε ζωντανά στις 2 Ιουλίου και ημέρα Τετάρτη πριν αναχωρήσουμε για Πάρο.
Την Πέμπτη ακολουθώντας πιστά το πρόγραμμά μας βγήκαμε από τα στενά της Νάουσας, ένα λιμάνι ήσυχο σήμερα, μα κάποτε... απρόβλεπτο.Τον 16ο αιώνα, τα νερά του φιλοξένησαν το φονικό πέρασμα του Μπαρμπαρόσα. Ο διαβόητος πειρατής και ναύαρχος των Οθωμανών λεηλάτησε τη Νάουσα, κατέστρεψε χωριά, πήρε αιχμαλώτους και άφησε πίσω του φόβο και στάχτη. Το ενετικό κάστρο στο λιμανάκι – ρημαγμένο πια – μαρτυρά ακόμη εκείνη τη σκοτεινή εποχή. Όμως ο χρόνος όλα τα αλλάζει στο πέρασμά του.
Η Νάουσα μεταμορφώθηκε. Το λιμάνι που άλλοτε τρόμαζε, σήμερα μαγνητίζει. Τα στενά της – κάποτε καταφύγιο και παρατηρητήριο – έγιναν ρομαντικοί πεζόδρομοι γεμάτοι φως, μουσικές και μυρωδιές. Από πειρατικό καταφύγιο, έγινε κοσμοπολίτικος προορισμός.
Έτσι είναι η Ελλάδα μας άλλωστε, κάθε πέτρα κρύβει και μια ιστορία. Κάθε κύμα και μια μνήμη. Στην Πάρο, λοιπόν, γνωρίσαμε ανθρώπους που επιμένουν να δημιουργούν στον τόπο τους, είτε αυτό σημαίνει να τυροκομούν, είτε να τραγουδούν, είτε να ψαρεύουν ξημερώματα με τα καΐκια τους, μέσα στη σιωπή του πελάγους. Ακούσαμε νέους που ονειρεύονται και διεκδικούν μια καλύτερη ζωή, αλλά και όσους δεν φοβούνται να καταγγείλουν το άδικο όταν οι συνθήκες γίνονται απάνθρωπες.
Την Παρασκευή εκπέμψαμε ζωντανά από την καρδιά της Παροικιάς, εκεί όπου στέκει η Παναγία η Εκατονταπυλιανή, ένας από τους πιο εμβληματικούς ναούς ολόκληρης της Ελλάδας.
Κατά την παράδοση, ο ναός ιδρύθηκε από την Αγία Ελένη, μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, καθώς περνούσε από την Πάρο καθ’ οδόν προς τους Αγίους Τόπους. Έκανε τάμα: αν έβρισκε τον Τίμιο Σταυρό, θα έκτιζε έναν ναό αφιερωμένο στην Παναγία. Και τον βρήκε. Κι έτσι γεννήθηκε αυτό το μοναδικό μνημείο, που μετρά πάνω από 1.600 χρόνια ιστορίας και πίστης.
Δεν είναι μόνο αρχιτεκτονικό στολίδι είναι και το πνευματικό κέντρο του νησιού, τόπος προσκυνήματος, προσευχής, αλλά και βαθιάς παρηγοριάς. Όμως εκείνη τη μέρα, η προσευχή μας έσπασε στα δύο. Γιατί την ίδια ώρα που πιστοί έρχονταν και άναβαν κεράκια στην Παναγία, άλλες φλόγες έκαιγαν στρέμματα και περιουσίες στο Κορωπί της Αττικής.
Οι φλόγες επεκτάθηκαν γρήγορα λόγω των ισχυρών ανέμων και των υψηλών θερμοκρασιών, δημιουργώντας συνθήκες μεγάλης επικινδυνότητας για τους κατοίκους. Οι αρχές προχώρησαν σε προληπτικές εκκενώσεις οικισμών, ενώ ισχυρές δυνάμεις της Πυροσβεστικής έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό για ακόμη μία φορά για να περιορίσουν το κακό.
Έτσι ολοκληρώθηκε η εβδομάδα μας. Και εμείς, φεύγοντας, από την Πάρο κρατάμε μαζί μας αυτή τη γεύση που μας άφησε συνολικά η πρώτη εβδομάδα του Ιουλίου, λίγο πικρή, λίγο αλμυρή, λίγο γλυκιά, μα πάντα αληθινή. Όπως είναι η ίδια η ζωή δηλαδή. Και το ταξίδι συνεχίζεται…»